vaisselle - translation to Αγγλικά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

vaisselle - translation to Αγγλικά


vaisselle         
n. dishes; crockery, tableware
lave-vaisselle         
n. dishwasher
essuyer la vaisselle      
do the drying up

Βικιπαίδεια

Vaisselle
La vaisselle est l'ensemble des objets utilisés pour manger, stocker et présenter les aliments. Ces objets sont les assiettes, les couverts, les verres, les bols, les tasses, les casseroles, les poêles, les boîtes pour conserver les aliments, divers récipients, etc.
Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για vaisselle
1. Un lave–vaisselle devrait rester un lave–vaisselle.
2. Daniel Eskenazi, Zurich Vendredi 3 ao$';t 2007 «Quand tu fais la vaisselle, ne fais que la vaisselle», lui a conseillé un jour un moine rencontré au Népal.
3. Faire la vaisselle, balayer des miettes, tout cela redeviendra tôt ou tard un plaisir.
4. On y voit la déflagration suivie de bruits de vaisselle et de fenętres cassées.
5. Des grossistes ont eu un retour découte sur la mauvaise qualité de la vaisselle chinoise.